
Εθνική Λυρική Σκηνή- Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ: Μια σπουδαία στιγμή για τη Μαρισία Παπαλεξίου
- April 14, 2024
- Posted in ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάζει την εμβληματική όπερα των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ, από τις 12 Απριλίου 2024 και για έξι παραστάσεις, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος στο ΚΠΙΣΝ.
Τη νέα παραγωγή του αριστουργήματος του 20ού αιώνα διευθύνει ο Μίλτος Λογιάδης και σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς. Συμμετέχει μια πλειάδα σπουδαίων Ελλήνων πρωταγωνιστών. Η παραγωγή υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ είναι μια πολιτική-σατιρική όπερα πάνω στον κοφτερό πολιτικό λόγο του κορυφαίου Γερμανού ποιητή και δραματουργού του «επικού θεάτρου» Μπέρτολτ Μπρεχτ και σε μουσική του σπουδαίου εξπρεσιονιστή Γερμανού συνθέτη του μεσοπολέμου Κουρτ Βάιλ. Το έργο περιγράφει την άνοδο και την πτώση μιας πόλης του κέρδους και των ηδονών, ασκώντας κριτική στο καπιταλιστικό σύστημα, όπως γινόταν αντιληπτό στο ιδεολογικό πλαίσιο της μεσοπολεμικής Γερμανίας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Η πρεμιέρα του έργου το 1930 στη Λειψία διακόπηκε από διαμαρτυρίες υποκινούμενες από τους ναζί. Παρά τις θετικές κριτικές και τις τροποποιήσεις σε κείμενο και σκηνοθεσία, το έργο παρουσιάστηκε μόνο σε τέσσερις νέες παραγωγές σε γερμανικά θέατρα. H πρεμιέρα του Βερολίνου σημείωσε μεγάλη επιτυχία, η οποία όμως συνοδεύτηκε από την οριστική απαγόρευση της μουσικής του Βάιλ από τους ναζί, λίγο αργότερα.
Για την όπερα αυτή ο Βάιλ συνέθεσε μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια του, όπως το «Τραγούδι της Αλαμπάμας» και το «Τραγούδι του Μπενάρες», τα οποία στη συνέχεια αυτονομήθηκαν, με αποτέλεσμα να τα ακούει κανείς και ξεχωριστά από διάσημους ερμηνευτές, από τη Λόττε Λένυα έως τους Doors και τον Ντέιβιντ Μπάουι. Όπως ήταν σύνηθες κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, στο πλαίσιο της συνομιλίας της κλασικής με την «εμπορική» μουσική, ο Κουρτ Βάιλ πειραματίστηκε με διάφορα είδη, όπως η τζαζ και το ράγκταϊμ, τα οποία ενσωματώνει στη μουσική γλώσσα του έργου.
Στις σημειώσεις του για την Άνοδο και την πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ τόνιζε, μεταξύ άλλων: «Γιατί είναι το Μαχαγκόννυ όπερα; Διότι η βασική του στάση είναι αυτή μιας όπερας, δηλαδή αποβλέπει στην εφήμερη, απροβλημάτιστη απόλαυση. Προσεγγίζει το Μαχαγκόννυ το αντικείμενό του με διάθεση να το απολαύσει; Το πλησιάζει. Αποτελεί το Μαχαγκόννυ βίωμα; Ναι. Διότι το Μαχαγκόννυ είναι μια ψυχαγωγία. Η όπερα Μαχαγκόννυ συνειδητά δικαιώνει το παράλογο που ενυπάρχει στο είδος της όπερας».
Για το ύφος και την ερμηνεία της μουσικής στην Άνοδο και την πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ, ο Κουρτ Βάιλ γράφει: «Η θεατρική κίνηση των τραγουδιστών, η κίνηση της χορωδίας όπως και συνολικά το όλο ύφος της σκηνοθεσίας αυτής της όπερας προσδιορίζεται από το ύφος της μουσικής. Η μουσική αυτή σε κανένα της σημείο δεν εικονογραφεί. Επιχειρεί να υλοποιήσει τη στάση του ανθρώπου σε διάφορες καταστάσεις που οδηγούν στην άνοδο και την πτώση της πόλης. Η στάση αυτή έχει προσδιοριστεί με τέτοιο τρόπο στη μουσική ώστε μια απλή, φυσική ερμηνεία της να προσδιορίζει από μόνη της το ερμηνευτικό ύφος. Γι’ αυτό ο υποκριτής μπορεί να περιοριστεί στις απλούστερες και φυσικότερες των χειρονομιών».
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, η Άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ παραμένει τρομακτικά επίκαιρη, καθώς οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις και το φάντασμα του ναζισμού χάσκουν ειρωνικά πάνω από την ανθρωπότητα. Σήμερα, η όπερα των Βάιλ και Μπρεχτ έχει αναδειχθεί σε ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του 20ού αιώνα παγκοσμίως και συμπεριλαμβάνεται ανελλιπώς στο ρεπερτόριο των μεγαλύτερων λυρικών θεάτρων και φεστιβάλ όπερας.
Για τη νέα παραγωγή του έργου, η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει αναθέσει τη σκηνοθεσία στον κορυφαίο Έλληνα θεατρικό σκηνοθέτη και πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Γιάννη Χουβαρδά. Μετά τη μεγάλη επιτυχία της Υπόθεσης Μακρόπουλου του Γιάνατσεκ το 2018 ο Χουβαρδάς επιστρέφει στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος για να παρουσιάσει τη «χρυσή πόλη των ονείρων μας που γίνεται σκόνη και αφανίζεται μπροστά στα μάτια μας», σε μια πολιτική ανάγνωση, με στιγμές «αγανάκτησης και απελπισίας». Μαζί του στα σκηνικά η Εύα Μανιδάκη, στα κοστούμια η Ιωάννα Τσάμη, στην κινησιολογία η Αμάλια Μπένετ, στους φωτισμούς ο Ράινχαρντ Τράουμπ και στον σχεδιασμό των βιντεοπροβολών ο Παντελής Μάκκας. Συνεργάτιδα σκηνοθέτρια είναι η Έμιλυ Λουίζου και συνεργάτιδα δραματουργός η Έρι Κύργια.
O Γιάννης Χουβαρδάς σημειώνει για την παραγωγή: «Ας ξεκινήσουμε επιτέλους για το Μαγαγκόννυ, τη χρυσή πόλη των ονείρων μας, που εκτείνεται στις Ακτές της Παρηγοριάς μακριά από τη βουή του κόσμου. Εδώ στο Μαχαγκόννυ η ζωή είναι υπέροχη. Ακόμα και στο Μαχαγκόννυ όμως, υπάρχουν στιγμές αγανάκτησης και απελπισίας. Ήρθε η ώρα για να απαντήσουμε με συντριβή στα ερωτήματα του Θεού για την αμαρτωλή ζωή μας. Το υπέροχο Μαχαγκόννυ γίνεται σκόνη και αφανίζεται μπροστά στα μάτια μας. Στον επικό, φαντασμαγορικό και απολύτως κατασκευασμένο κόσμο των Μπρεχτ – Βάιλ, ο παγκόσμιος καπιταλισμός χορεύει φορώντας τις μπότες με τα σπιρούνια των πιονιέρων του Τέξας και κρατώντας τα μακρύκαννα περίστροφα των πιστολέρο της Άγριας Δύσης. Και όταν τραγουδάει, δανείζεται την αρρενωπή φωνή του Τζων Γουέιν και την ντελικάτη άχνα των κοριτσιών που ξημεροβραδιάζονται στα μεθυσμένα σαλούν».
Η μουσική διεύθυνση είναι του διακεκριμένου αρχιμουσικού Μίλτου Λογιάδη. Πρωταγωνιστούν καταξιωμένοι Έλληνες μονωδοί όπως, μεταξύ άλλων, οι Άννα Αγάθωνος, Χρήστος Κεχρής, Τάσος Αποστόλου, Μαρισία Παπαλεξίου, Γιάννης Καλύβας, Χάρης Ανδριανός, Γιάννης Γιαννίσης κ.ά.
Οι δύο γυναικείες παρουσίες της… πόλης
Στην παράσταση αυτή η Άννα Αγάθωνος ερμηνεύει την Λεοκάντια Μπέγκμπικ που όπως η ίδια λέει στο NEWS 24/7 πως “είναι η αρχηγός μιας τριάδας καταζητούμενων μικροαπατεώνων. Όταν το αυτοκίνητο τους χαλάει στην μέση της ερήμου αποφασίζουν να ιδρύσουν μια πόλη αφοσιωμένη αποκλειστικά στην ηδονή και την καλοπέραση, κυνηγώντας έτσι το εύκολο χρήμα. Τα θύματά τους είναι μεταξύ άλλων τέσσερις ξυλοκόποι από την Αλάσκα.
Η γραφή του έργου δεν είναι εύκολη σε πρώτη όψη, ιδιαίτερα στην εκμάθηση. Στην σκηνή βρίσκονται πολλοί συντελεστές και οι καταστάσεις αλλάζουν αρκετά απότομα, με έναν, θα έλεγα κινηματογραφικό τρόπο, πράγμα που απαιτεί απόλυτη αυτοσυγκέντρωση και έναν συλλογικό τρόπο σκέψης και παρακολούθησης της εξέλιξης της πλοκής από όλους μας.
Η Μαρισία Παπαλεξίου ερμηνεύει την Τζέννυ Χιλ. “Μια αινιγματική και πολύ ταλαιπωρημένη γυναίκα η οποία έρχεται στην νεοσύστατη πόλη Μαχαγκόννυ ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο. Ο Μπρεχτ τη συστήνει στο κοινό ως «καρχαρία», ένα πλάσμα αποφασισμένο και έτοιμο να κάνει τα πάντα προκειμένου να επιβιώσει. Αυτή ακριβώς είναι η πρόκληση και ταυτόχρονα η σκηνοθετική οδηγία του Γιάννη Χουβαρδά πάνω στην οποία καλούμαι να χτίσω τον χαρακτήρα μου. Να πλησιάσω την ψυχή και το μυαλό μιας γυναίκας που πουλάει το σώμα της για να ζήσει γιατί η ανάγκη για επιβίωση είναι μονόδρομος, δεν υπάρχει περιθώριο επιλογής!
Για λίγο γίνεται άνθρωπος, ξεγελιέται και αφήνεται στον έρωτα που βρίσκει στο πρόσωπο του Τζιμ… όμως γρήγορα προσγειώνεται στην αλήθεια της ζωής της, για να παραδεχτεί μεγαλόφωνα στην άρια της β´ πράξης με απίστευτο κυνισμό: «όπως έστρωσες θα κοιμηθείς, και κανείς δεν θα βρεθεί να σε σκεπάσει, όταν κάποιος σε πατάει, αυτός είμαι ΕΓΩ και όταν κάποιος πετιέται αυτός είσαι ΕΣΥ!»” αναφέρει χαρακτηριστικά.
Και συνεχίζει “εκτός από την υποκριτική διάσταση του χαρακτήρα της Τζέννυ, τεράστια πρόκληση για μένα ήταν και η παρτιτούρα του ρόλου! Με έριξε στα «βαθιά» γιατί είναι πραγματικά πολύ απαιτητική τεχνικά και μουσικά ο βαθμός δυσκολίας είναι μεγάλος.
Σε πάρα πολλά σημεία χρειάζεται να συνδυαστεί η κλασική τεχνική τραγουδιού με μια πιο ελαφριά διάθεση ερμηνείας πράγμα καθόλου απλό! Υπάρχει επίσης και αρκετή πρόζα στα Γερμανικά. Ο συγκερασμός των διαφόρων μουσικών στυλ που χρησιμοποιεί ο Βάιλ στο έργο, σε σωστές δόσεις ώστε να επιτευχθεί μια ομοιογενής στο σύνολο του ρόλου ερμηνεία, ήταν επίσης ένα μεγάλο στοίχημα! Από όποια σκοπιά και αν το δω η Τζέννυ Χιλ, με έβγαλε από την ασφαλή μου ζώνη! Ευτυχώς!”
Ημέρες & ώρες παραστάσεων
12, 14, 19, 21, 23, 25 Απρ 2024
Ώρα έναρξης: 19.30 (Κυριακή: 18.30)
Τιμές εισιτηρίων
€15, €20, €35, €40, €50, €55, €60, €90
Φοιτητικό, παιδικό: €15
Περιορισμένης ορατότητας: €10