
Kyle MacLachlan για David Lynch: “Του οφείλω ολόκληρη την καριέρα και τη ζωή μου” – Μόνο στα όνειρα
- January 17, 2025
- Posted in ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο ηθοποιός Kyle MacLachlan, που πρωταγωνίστησε στην ταινία “Μπλε Βελούδο” και στην αριστουργηματική σειρά “Twin Peaks”, αποχαιρετά τον David Lynch.
Στο πένθος βυθίστηκε ο καλλιτεχνικός κόσμος μετά τον θάνατο του David Lynch σε ηλικία 78 ετών, με τους στενότερους συνεργάτες του και τους ηθοποιούς που δούλεψαν μαζί του, να αποτίουν φόρο τιμής στον μεγάλο σκηνοθέτη.
Ανάμεσά τους και ο διάσημος ηθοποιός Kyle MacLachlan, ο οποίος είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τον David Lynch, ενώ είχε πρωταγωνιστήσει στην ταινία “Μπλε Βελούδο” το 1986, μία από τις εμβληματικότερες του σκηνοθέτη, και στη συνέχεια είχε υποδυθεί τον πράκτορα Dale Cooper στην αριστουργηματική σειρά “Ο ύποπτος κόσμος του Twin Peaks”.
Οι ρόλοι αυτοί απογείωσαν και καθιέρωσαν τον Kyle MacLachlan, ενώ οι δυο τους ανέπτυξαν μέσα στα χρόνια μια βαθιά φιλία.
Η απώλεια του David Lynch στοίχισε στον γνωστό ηθοποιό, ο οποίος τον αποχαιρέτησε με μια συγκινητική ανάρτηση στο Instagram, όπου εκφράζει τα συναισθήματά του, και μια σειρά από φωτογραφίες.
Η ανάρτηση του Kyle MacLachlan
“Πριν από σαράντα δύο χρόνια, για λόγους πέρα από τη δική μου κατανόηση, ο David Lynch με τράβηξε από την αφάνεια για να πρωταγωνιστήσω στην πρώτη και τελευταία ταινία του με μεγάλο προϋπολογισμό. Προφανώς είδε κάτι σε μένα που ούτε εγώ δεν αναγνώριζα. Του χρωστάω ολόκληρη την καριέρα μου, και πραγματικά τη ζωή μου, στο όραμά του.
Αυτό που είδα σε εκείνον ήταν ένας αινιγματικός και διαισθητικός άνθρωπος, με έναν δημιουργικό ωκεανό να ξεχειλίζει μέσα του. Ήταν συνδεδεμένος με κάτι, που όλοι οι υπόλοιποι ευχόμαστε να μπορούσαμε να φτάσουμε.
Η φιλία μας άνθισε στο Blue Velvet και έπειτα στο Twin Peaks, και πάντα τον έβρισκα τον πιο αυθεντικά ζωντανό άνθρωπο που είχα γνωρίσει.
Ο David ήταν σε αρμονία με το σύμπαν και τη φαντασία του σε ένα επίπεδο που έμοιαζε η καλύτερη εκδοχή του ανθρώπου. Δεν τον ενδιέφεραν οι απαντήσεις, γιατί καταλάβαινε, ότι οι ερωτήσεις είναι η κινητήρια δύναμη, που μας κάνει αυτό που είμαστε. Είναι η ανάσα μας.
Ενώ ο κόσμος έχασε έναν εξαιρετικό καλλιτέχνη, εγώ έχασα έναν αγαπημένο φίλο, που φαντάστηκε ένα μέλλον για μένα και μου επέτρεψε να ταξιδέψω σε κόσμους, που δεν θα μπορούσα ποτέ να συλλάβω μόνος μου μου.
Μπορώ να τον δω τώρα, να σηκώνεται για να με υποδεχτεί στην αυλή του, με ένα ζεστό χαμόγελο και μια μεγάλη αγκαλιά και με εκείνη τη φωνή που θύμιζε τις Μεγάλες Πεδιάδες. Θα μιλούσαμε για καφέ, τη χαρά του απροσδόκητου, την ομορφιά του κόσμου, και θα γελούσαμε.
Η αγάπη του για μένα και η δική μου για εκείνον γεννήθηκε από τη κοσμική μοίρα δύο ανθρώπων που είδαν τα καλύτερα πράγματα του εαυτού τους ο ένας στον άλλον.
Θα μου λείψει περισσότερο, από ότι μπορούν να πουν τα όρια της γλώσσας μου και να αντέξει η καρδιά μου. Ο κόσμος μου είναι τόσο πιο γεμάτος επειδή τον γνώρισα και τόσο πιο άδειος τώρα που έφυγε.
David, είμαι για πάντα αλλαγμένος και για πάντα δικός σου Kale. Σ’ ευχαριστώ για όλα”.
Μόνο στα όνειρα
ΒΑΡΙΑ ΠΕΦΤΕΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ του Ντέιβιντ Λιντς, του δικού μας σαγηνευτικού «παραμυθά», του σκηνοθέτη που έκανε εκθαμβωτικό το φως και ελκυστικό το σκοτάδι, που μας υπέδειξε το μυστήριο που τυλίγει τα πάντα, που έκανε τις υπερβατικές υποσχέσεις του σινεμά, και της τέχνης συνολικά, πραγματικότητα, που μας έπεισε ότι υπάρχουν παράλληλοι κόσμοι – στον αιθέρα, στις σκιές, στα όνειρα, αλλά κυρίως εντός μας.
Μόνο με την απώλεια του Μπόουι ή του Κοέν μπορώ να τη συγκρίνω προσωπικά – τρεις δημιουργοί και τρεις προσωπικότητες που συνδυαστικά μού κάλυπταν όλες μου σχεδόν τις «ανησυχίες» και που πέραν των όποιων άλλων κοινών ευαισθησιών που μπορεί να είχαν, τους ένωνε μια καλή (ο υπερβατικός διαλογισμός, που ποτέ δεν κατάφερα να ξεκινήσω) και μια κακή συνήθεια (η αδυναμία στο τσιγάρο, το οποίο ακόμα δεν μπορώ να κόψω).
Πολλοί δυσκολεύονται, όταν καλούνται, κάποιο βράδυ στο πλαίσιο μιας χαλαρής παρέας, να επιλέξουν μία μόνο ταινία ή έναν μόνο σκηνοθέτη. Για μένα, είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Ποιος είναι ο αγαπημένος σου σκηνοθέτης; Ο Ντέιβιντ Λιντς. Ποια είναι η ταινία που σε σημάδεψε ανεξίτηλα σε «τρυφερή» ηλικία; Το «Μπλε Βελούδο». Ποια είναι η καλύτερη ταινία όλων των εποχών; Το «Mullholland Drive» (ειδικά σε διπλή προβολή με το «Inland Empire»). Απλά πράγματα.
Το ύφος του έχει συχνά χαρακτηριστεί ως σουρεαλιστικό… Ο σουρεαλισμός του Λιντς, ωστόσο, είναι περισσότερο διαισθητικός παρά προγραμματικός. Αν οι κλασικοί υπερρεαλιστές εξυμνούσαν τον παραλογισμό και προσπαθούσαν να απελευθερώσουν το φανταστικό στην καθημερινότητα, ο Λιντς χρησιμοποιεί το συνηθισμένο ως ασπίδα για να αποκρούσει το παράλογο.
Το 2018 είχε κυκλοφορήσει μια υβριδική «αυτοβιογραφία» του Λιντς με τίτλο Room to Dream, όπου η αφήγηση εναλλάσσεται ανάμεσα στη βιογράφο του Κριστίν Μακένα και τον ίδιον. «Η μητέρα του Ντέιβιντ Λιντς ήταν άνθρωπος της πόλης και ο πατέρας του της επαρχίας», ξεκινάει το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου. «Αυτό ίσως είναι ένα καλό σημείο για να ξεκινήσουμε αυτή την ιστορία, επειδή πρόκειται για μια ιστορία δυαδικότητας. “Βρίσκονται τα πάντα σε μια τόσο τρυφερή κατάσταση, όλη αυτή η σάρκα…, και είναι ένας ατελής κόσμος”, παρατηρεί αινιγματικά ο Λιντς, και αυτή η κατανόηση είναι κεντρική σε ότι έχει κάνει. Ζούμε στο βασίλειο των αντιθέτων, ένα μέρος όπου το καλό και το κακό, το πνεύμα και η ύλη, η πίστη και η λογική, η αθώα αγάπη και η σαρκική λαγνεία, υπάρχουν δίπλα-δίπλα σε μια αμήχανη ανακωχή. Το έργο του Λιντς κατοικεί στην περίπλοκη εκείνη ζώνη, όπου συγκρούονται το όμορφο και το καταραμένο…».
Στο ίδιο βιβλίο, με αφορμή τον απίστευτο τρίτο κύκλο του Twin Peaks (κυριολεκτικά ότι πιο σεισμικό και μεγαλειώδες έχουν να επιδείξουν τα οπτικοακουστικά μέσα για τον αιώνα που διανύουμε), ο ίδιος έλεγε για τη «μουσική» του προσέγγιση στη δημιουργία αξέχαστων σκηνών, εικόνων και συμβόλων στα οποία επιστρέφει, κι αυτός κι εμείς, σαν υπνωτισμένοι, ξανά και ξανά, αντικρίζοντας κάθε φορά διαφορετικό είδωλο στον καθρέπτη: «Όλοι έχουν θεωρίες, για το τι ακριβώς πραγματεύεται η σειρά, πράγμα που είναι υπέροχο και δεν θα είχε σημασία αν εξηγούσα τη δική μου θεωρία. Τα πράγματα έχουν τις δικές τους αρμονίες, και αν είσαι όσο πιο πιστός μπορείς σε μια ιδέα, τότε οι αρμονίες θα υπάρχουν και θα είναι αληθινές, ακόμα κι αν είναι αφηρημένες. Μπορεί να επιστρέψει κανείς μετά από δέκα χρόνια σε κάτι και να το δει με εντελώς διαφορετικό τρόπο, μπορεί μάλιστα να δει περισσότερα πράγματα – αν πιστεύει στην αλήθεια της αρχικής ιδέας. Αυτό είναι ένα από τα όμορφα πράγματα που μπορεί να κάνει ο κινηματογράφος: Μπορείς να επιστρέψεις στον ίδιο κόσμο αργότερα και να αποκομίσεις περισσότερα, αν ήσουν πιστός στις βασικές του νότες…»
Έχει ήδη επισημανθεί, ότι το σύμπαν του Λιντς είναι τόσο αναγνωρίσιμο, ώστε (όπως ο Φρανκ Κάπρα και ο Φραντς Κάφκα, δύο από τα ινδάλματά του, τα οποία θα έλεγε κανείς ότι κατόρθωσε αλχημικά να αναμίξει στο έργο του) το επώνυμό του έγινε προσδιορισμός. «λιντσικό», όπως «καφκικό». Όπως όμως είχε σημειώσει και ο σπουδαίος κριτικός J. Hoberman, αυτό το “λιντσικό” φάσμα, «είναι ταυτόχρονα εύκολο να αναγνωριστεί και δύσκολο να οριστεί. Φτιαγμένες από έναν άνθρωπο με μακρόχρονη αφοσίωση στην τεχνική του “υπερβατικού διαλογισμού”, οι ταινίες του χαρακτηρίζονται από την ονειρική τους εικονογραφία και τον ακριβή ηχητικό τους σχεδιασμό, καθώς και από μανιχαϊστικές αφηγήσεις, που αντιπαραθέτουν μια ιδιαίτερα τονισμένη, ακόμη και γλυκανάλατη, αθωότητα ενάντια στη διαφθορά ενός πανταχού παρόντος κακού. Το ύφος του έχει συχνά χαρακτηριστεί ως σουρεαλιστικό… Ο σουρεαλισμός του Λιντς, ωστόσο, είναι περισσότερο διαισθητικός παρά προγραμματικός. Αν οι κλασικοί υπερρεαλιστές εξυμνούσαν τον παραλογισμό και προσπαθούσαν να απελευθερώσουν το φανταστικό στην καθημερινότητα, ο Λιντς χρησιμοποιεί το συνηθισμένο ως ασπίδα για να αποκρούσει το παράλογο…».
Μεταξύ τόσων θαυμαστών άλλων που έχει κάνει (και όχι μόνο στο σινεμά), ο Ντέιβιντ Λιντς έχει γυρίσει και διάφορα φιλμ και βίντεο μικρού μήκους, πολλά εκ των οποίων κυκλοφορούν ελεύθερα. Όπως το επτάλεπτο Boat του 2007, που νομίζω με τον τρόπο του ταιριάζει με το θλιβερό γεγονός της αναχώρησης του μεγάλου οραματιστή για άλλα, ανώτερα επίπεδα συνείδησης. Με οδηγό την μυστηριώδη αφήγηση μιας γυναικείας φωνής, βλέπουμε πλάνα ενός ξύλινου κρις-κραφτ στην άκρη μιας λίμνης, μέχρι που εμφανίζεται ο οδηγός του, το πρόσωπο του οποίου δεν διακρίνεται. Τελικά, το σκάφος ξεκινά και καθώς σκίζει τα νερά της λίμνης, διαπιστώνουμε, ότι ο σκίπερ είναι ο ίδιος ο Λιντς, ο οποίος γυρνά προς την κάμερα και (μας) λέει: «Θα προσπαθήσουμε να πάμε γρήγορα, ώστε να μπούμε εγκαίρως μέσα στη νύχτα».
Δημήτρης Πολιτάκης