Αριστερή αντίσταση στη δεξιά αυτοδυναμία
- May 29, 2023
- Posted in ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μόνο μια δυνατή Αριστερά μπορεί να ανακόψει την αυτοδύναμη τελική λύση. Μόνο μια δυνατή Αριστερά μπορεί να υπερασπιστεί τους νέους, τους οικονομικά ανίσχυρους, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το κοινωνικό κράτος. Επειδή πρέπει να κερδίσουμε, μπορούμε να το κάνουμε.
1. Χάσαμε. Πενθούμε. Γράφει ο Φρόιντ στο δοκίμιο «Πένθος και μελαγχολία», ότι η απώλεια του αγαπημένου αντικειμένου, ανθρώπου, ιδέας ή αγώνα οδηγεί σε μια έντονη και σύντομη περίοδο πένθους, στη διάρκεια της οποίας υπάρχει σχεδόν πλήρης ταύτιση με το αντικείμενο του πόθου.
Η συναισθηματική φόρτιση, η αγανάκτηση, η αγωνία για το μέλλον κυριαρχούν. Η απώλεια και οι αιτίες της σε τριγυρίζουν, δεν μπορείς να ησυχάσεις ή να κοιμηθείς. Όταν τελειώσει το πένθος ανοίγονται δύο δρόμοι. Η μόνιμη εσωτερίκευση του χαμένου αντικείμενου που οδηγεί στη μελαγχολία, την παθητικοποίηση, την αδράνεια ή η αποκόλληση και επιστροφή στη νευρωτική κανονικότητα.
Από τον Σπινόζα μέχρι τον Χέσελ, η αγανάκτηση αντιμετωπίστηκε ως μια βαθύτατα ηθική αντίδραση στην αδικία και την απώλεια. Όταν η ίδια μας η ύπαρξη εξεγείρεται, βρίσκουμε τη δύναμη να δράσουμε. Όταν η ανοχή των ανθρώπων απέναντι σε άδικες απώλειες φτάσει κάποια όρια, η αγανάκτηση γίνεται το πρώτο βήμα προς την οργή, το πιο πολιτικό συναίσθημα. Όταν το κοινό συναίσθημα μεταφραστεί σε συλλογικό αγώνα για τη δημιουργία ενός νέου τρόπου ζωής, βασισμένου στις αρχές της ισότητας και της δημοκρατίας, τότε γίνεται πολιτικά αποτελεσματικό. Εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Το πένθος τελειώνει και η απογοήτευση γίνεται απόφαση δράσης.
2. Η κατανόηση των πολλαπλών αιτίων των αποτελεσμάτων είναι δουλειά των μελετητών. Η πολιτική επιστήμη και φιλοσοφία, η κοινωνιολογία και η ανθρωπολογία θα εξετάσουν τους λόγους του εκλογικού σοκ. Όσα λέγονται σήμερα, είναι περιορισμένα, προσωρινά, μερικά. Ας συνεισφέρω μερικά προκαταρκτικά. Πρέπει να διαχωρίσουμε τους λόγους της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ από αυτούς της νίκης της Ν.Δ. Οι αναλύσεις της ήττας επικεντρώθηκαν στην προεκλογική εκστρατεία: την υπερεκτίμηση της απλής αναλογικής, την ανάδειξη της προοδευτικής κυβέρνησης ως κεντρικού επίδικου, την αδυναμία επιβολής της ατζέντας του προγραμματικού λόγου με την υπερ-προβολή δευτερευόντων θεμάτων, όπως το πρωθυπουργικό αεροπλάνο ή το ΤikΤok.
Αλλά το πρόβλημα είναι γενικότερο. Πώς δεν πρόβλεψε κανείς την αριστερή υποχώρηση; Φαίνεται ότι η Αριστερά δεν έχει κατανοήσει τις αλλαγές στην κοινωνία και δεν συνομιλεί δημιουργικά μαζί της. Δίπλα στην έλλειψη «γείωσης» σε δήμους, συνδικάτα, συλλόγους και επιμελητήρια βρίσκουμε ένα μόνιμο διαχρονικό πρόβλημα. Την εγκατάλειψη της θεωρητικής μελέτης της κοινωνίας, την απουσία από την πάλη των ιδεών και τον αγώνα για ιδεολογική ηγεμονία.
Δεν υπάρχουν αναλύσεις για τη μεταφορντική κοινωνία, για την οικονομία της «γενικής διάνοιας» και της δικτυωμένης αναπαραγωγής, για την αποσύνδεση της ταξικής θέσης από την πολιτική ιδεολογία και την κομματική ένταξη, για το πώς δημιουργείται το πολιτικό υποκείμενο έξω από τις σχέσεις παραγωγής. Τα απαρχαιωμένα θεωρητικά εργαλεία οδήγησαν σε υπερεκτίμηση της επιρροής και αλαζονική συμπεριφορά προς κοινωνικά στρώματα που θεωρήθηκαν δεδομένα.
Πιο ορατοί είναι οι λόγοι για την έκταση της νίκης της Νέας Δημοκρατίας. Η ανασφάλεια των διαδοχικών κρίσεων και το διάχυτο αίσθημα του φόβου οδήγησαν στην επιθυμία ασφάλειας και το αίτημα σταθερότητας. Η αυτοδύναμη κυβέρνηση και το «συνεχίζουμε, πάμε μπροστά» υπόσχονται ασφάλεια και σταθερότητα. Η Αριστερά αδιαφόρησε για τη σύνδεση της ατομικής ψυχικής οικονομίας με τα πολιτικά επίδικα και εστιάστηκε στην οικονομία.
Το δεξιό κράτος είχε αντιμετωπίσει όμως την φτώχεια και την οικονομική ανασφάλεια με την κλασική νεοφιλελεύθερη μέθοδο: επιδόματα στην πανδημία που έρχονταν από γενναιόδωρους ευρωπαϊκούς πόρους (ο Μητσοτάκης το έπαιζε «σοσιαλιστής»), βοήθεια στους λογαριασμούς της ενέργειας που χρηματοδοτούν οι φόροι, προεκλογικά δώρα, «καλάθια» και passes. Σωρευτικά έδωσαν μια ανάσα και την εντύπωση μιας κυβέρνησης που νοιάζεται αποδυναμώνοντας τα αντιπολιτευτικά οικονομικά προγράμματα.
Αλλά εμφανίζεται και ένα παράδοξο που το παρατηρούμε και αλλού. Ο νεοφιλελευθερισμός παρουσίασε την υποαπασχόληση, την ελαστική εργασία, τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους ως συστατικά της προσωπικής ελευθερίας και της επιχειρηματικότητας. Η αγορά εμφανίζεται ως ο μηχανισμός, που επιτρέπει στους ανθρώπους να κερδίσουν την αυτοεκτίμησή τους. Σύμφωνα με την Αργεντινή κοινωνιολόγο Veronica Gago, πρόκειται για έναν «νεοφιλελευθερισμό από τα κάτω».
Άνθρωποι που αγωνίζονται για την επιβίωση, στο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί από κυρίαρχες πολιτικές, αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως «μικροεπιχειρήσεις» που ανταγωνίζονται για τις βασικές τους ανάγκες. Η δυσπραγία είναι αποτέλεσμα της δικής τους ευθύνης. Έτσι έχουμε μια σύγκλιση του νεοφιλελευθερισμού «από τα πάνω» με αυτόν «από τα κάτω» και τη δημιουργία ενός ενιαίου κοινωνικού χώρου ανταγωνισμού, στον οποίο πρέπει να επιδιωχθούν η οικονομική επιβίωση και η επιτυχία. Πολλοί που είχαν βγει από τη φτώχεια με τις κοινωνικές πολιτικές του 2015-19, άρχισαν να θεωρούν την περιορισμένη οικονομική βελτίωση και μια κακοπληρωμένη δουλειά με άσχημες συνθήκες ατομικό επίτευγμα που πιστώνεται σε κυβερνητικές πολιτικές.
Οι ιδεολογικές θέσεις είναι ίδιες παντού. Το κράτος δεν πρέπει να ασχολείται με τις οικονομικές ανισότητες. Αλλά ανέχεται την άσκηση βίας από την αστυνομία και τους πολίτες στη γυναίκα, στα παιδιά, στις καταπιεσμένες μειονότητες. Έτσι επικρατεί μια λογική «εξίσωσης προς τα κάτω». Όσοι υποφέρουν, θέλουν οι συνθήκες που τους καταπιέζουν να επιβληθούν σε όλους. Όχι βέβαια στους πλούσιους και ισχυρούς, στις τάξεις των οποίων φιλοδοξούν να ενταχθούν.
Παράλληλα η νεοσυντηρητική Δεξιά, συνοδοιπόρος του νεοφιλελευθερισμού, παρουσιάζει τις προκαταλήψεις βάσει φυλής, φύλου, θρησκείας ή σεξουαλικότητας ως υπεράσπιση της πατρίδας, της οικογένειας και της θρησκείας. Ο Μητσοτάκης εμφανίζεται και σύμβολο σκληρής πειθαρχίας και καταστολής (τείχος Εβρου, pushbacks, αστυνομοκρατία) και οικονομικού φιλελευθερισμού. Λειτουργεί στα όρια της ηθικής και του νόμου και δεν υπόκειται στους ίδιους κανόνες όπως οι άλλοι. Αλλά κι αυτό προσφέρεται στο κοινωνικό φαντασιακό ως ικανότητα και επιτυχία. Κοίτα πόσο πανίσχυρος είναι, πόσο επιβάλλει τη θέλησή του στα ΜΜΕ, στους δικαστές, τους τραπεζίτες.
3. Το κεντρικό σχέδιο της νεοφιλελεύθερης βιοπολιτικής είναι, να προωθήσει την «οντολογική» άποψη, ότι η ανθρώπινη φύση είναι ανταγωνιστική, η κοινότητα καταπιεστική. Επομένως, «επιστημονικά» οι αγορές αποτελούν τον αποτελεσματικότερο και δικαιότερο τρόπο διανομής. Οσοι χάνουν στον οικονομικό πόλεμο είναι οι «ανάξιοι φτωχοί», αξίζουν τη μοίρα τους. Έτσι οι κεντρικές αξίες της ζωής στην κοινότητα, η φιλία, η φιλοξενία και η φιλοτιμία, υποχωρούν.
Η φιλία και η αλληλεγγύη γίνονται απόσυρση από τα κοινά, η φιλοτιμία ωφελιμισμός: τα πάντα έχουν ανταλλακτική αξία, αλλά τίποτα δεν έχει ουσιαστική αξία. Η φιλοξενία αντικαθίσταται από την ξενοφοβία: ο ξένος είναι είτε εχθρός η όργανο στα σχέδιά μου. Το κοινωνικό ήθος αποσαθρώνεται και μεταμορφώνεται σε κυνισμό, μηδενισμό, πνευματική μιζέρια. Η Αριστερά πρέπει να μπει στην πάλη των ιδεών που έχει εγκαταλείψει και να χτίσει άλλες αλήθειες, άλλη ηθική, άλλη αισθητική. Η Αριστερά απευθύνεται στο μυαλό και το συναίσθημα, υπερασπίζεται τις αξίες της κοινότητας και επανασημασιοδοτεί την κοινωνική θρησκευτικότητα, τον δημοκρατικό τρόπο ζωής, τον διεθνιστικό πατριωτισμό.
Αυτή τη στιγμή προέχει ο αγώνας. Είναι δυνατό να αποφευχθεί η αυτοδυναμία της Δεξιάς. Είναι σίγουρο, ότι η Αριστερά θα σηκωθεί και πάλι. Η κοινωνία έδωσε το μάθημα, αποδείχτηκε πιο έξυπνη από τα κόμματα. Καταλαβαίνει, πιστεύω, ότι χρειάζεται αντίσταση στην αυτοδυναμία της αδικίας, της αυθαιρεσίας, του αδηφάγου πλουτισμού. Μόνο μια δυνατή Αριστερά μπορεί να ανακόψει την αυτοδύναμη τελική λύση. Μόνο μια δυνατή Αριστερά μπορεί να υπερασπιστεί τους νέους, τους οικονομικά ανίσχυρους, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το κοινωνικό κράτος. Επειδή πρέπει να κερδίσουμε, μπορούμε να το κάνουμε.
Κώστας Δουζίνας: Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, πρόεδρος του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς»
efsyn.gr