
Η αναιμική ατρωσία μας- Του Βασίλη Αικατερίνη
- May 1, 2023
- Posted in ΕΓΡΑΨΑΝ
Όπως σε κάθε περίοδο προεκλογικής αναμέτρησης, δεν καταφέραμε να λοξοδρομήσουμε απ’ τα ειωθότα. Το κέντρο βάρους δεν πέφτει στους ψηφοφόρους οι οποίοι γι’ αυτό το διάστημα κρατούν σαστισμένοι τη σκυτάλη και οφείλουν να αποφασίσουν σε ποιον θα την παραδώσουν για την επόμενη τετραετία, με τα ποσοστά αποχής να πυργώνουν επικίνδυνα την τελευταία δεκαετία, αλλά οι συζητήσεις και τα όλα όσα απασχολούν την κοινή γνώμη περιορίζονται σε ζητήματα που διαρρηγνύουν το αθωράκιστο πλέγμα της ανεπηρέαστης και με ενάργεια εκλογικής απόφασης που εμμένει να τρέφει ακλόνητη πίστη σ’ έναν αδολίευτο κρατικό μηχανισμό, πόσο μάλλον όταν εκείνος φαντάζει ουτοπικός στις μέρες μας.
Δείχνει όμως εκ των πραγμάτων αδύνατη αυτή η ηθελημένα αισιόδοξη πίστη, όταν ενημερώνει ο Άρειος Πάγος πως στις 2 Μαΐου (19 μέρες πριν τις κάλπες!) θα παρθεί η απόφαση για τη συμμετοχή ή μη στα ψηφοδέλτια του κατηγορουμένου και έγκλειστου στη φυλακή Ηλία Κασιδιάρη, εμφιλοχωρώντας συνάμα και το «παρενδυτικό» ΕΑΝ του Αναστάσιου Κανελλόπουλου που αρχικά είχε δεχτεί να εκπροσωπήσει ως πρόεδρος το κόμμα «Έλληνες». Και γι’ αυτό θα μεριμνήσουν οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου με τον χρόνο απειλητικά απέναντί τους να κυλά αμείλικτος, αντιμαχόμενοι με το δημοσκοπικό ποσοστό του 5,6%. Η κοινωνικοπολιτική αποτυχία δεν έγκειται στην αδυναμία εύρεσης άμεσης δικαστικής λύσης για τα ναζιστικά μορφώματα που ελλόχευαν για δεκαετίες και ξεφύτρωσαν πριν από έντεκα χρόνια σ’ ένα ασταθές και ευμετάβολο έδαφος, για ιδεοληπτικούς τηλεπωλητές που ισχυρίζονταν πως έχουν στην κατοχή τους τα χειρόγραφα του Ιησού εκμεταλλευόμενοι την όποια αφέλεια του κοινού τους, αλλά απεναντίας εδράζεται στην καχεκτική φύση της παιδείας και του εκπαιδευτικού μας συστήματος που δεν έχει την ικανότητα να «εξοντώνει» τέτοιου είδους αποστήματα «απ’ τα θρανία». Ας κατέβαιναν ανενόχλητοι όσοι φρονούν τη βία, το αίμα, την πόλωση ως μέσα που ατσαλώνουν την ευστάθεια μιας χώρας· η δύναμη της παιδείας, η προσήλωση στην ελευθερία και στα ατομικά δικαιώματα, θα θριάμβευε με τα αρνητικά ποσοστά που θα τους χάριζαν οι γαλουχημένοι με δημοκρατικές αρετές πολίτες. Επομένως, στη μόρφωση θα έπρεπε να στοχεύει το πολιτικό σύστημα κι όχι σε αλαφιασμένες απαγορεύσεις της τελευταίας στιγμής που οδηγούν σε δύσκολες ανηφορικές ατραπούς.
Ως απόρροια αυτής της ένδειας και στον στρόβιλο της απογοητευτικής έλλειψης τακτ των Μέσων Ενημέρωσης, κατάντησε και η υπόθεση Γεωργούλη ως άλλο ένα κουτσομπολίστικο κοίταγμα στην κλειδαρότρυπα, με το να εκτίθεται και το φερόμενο θύμα (με τις εξονυχιστικές λεπτομέρειες της προσωπικής ζωής της κ. Χρονοπούλου που δημοσιοποιήθηκαν ασκαρδαμυκτί χωρίς ίχνος ντροπής) και του φερόμενου θύτη (με τη βεβιασμένη διαδικτυακή αποπομπή του κ. Γεωργούλη πριν καλά καλά παρέμβουν οι Αρχές), κι όλη η υπόθεση να μεταμορφώνεται σ’ ένα προεκλογικό μπαλάκι του πινγκ-πονγκ στο τραπέζι των εντυπώσεων…
Απ’ την άλλη, τα σενάρια κομματικών συνεργασιών –προτάσεις κι αντιπροτάσεις ακούμε καθημερινά, προσκλήσεις και επιδεικτικές απορρίψεις– κυριολεκτικά οργιάζουν αυτές τις μέρες, μολονότι δεν καταφεύγει κανείς στο να σκεφτεί γιατί το σενάριο αυτοδύναμης κυβέρνησης σήμερα, αγγίζει τα όρια επιστημονικής φαντασίας. Τόσο αυτονόητη και καθορισμένη είναι η πλειοψηφική αποχή του κόσμου απ’ τα μεγάλα κόμματα που η κάθε προσπάθεια επίλυσης ή έστω απορίας, σε κοινωνιολογικό επίπεδο έστω, απορρίπτεται τόσο εύκολα ως ατελέσφορη; Οι συνεργασίες προφανώς και θα είναι μονόδρομος σε περίπτωση που τα ποσοστά δεν είναι ικανοποιητικά, όπως το Σύνταγμα προβλέπει, κρατώντας φυσικά τις απαραίτητες επιφυλάξεις μέχρι τη μέρα που θα στηθούν οι κάλπες, με το κενό που διαχωρίζει τη Ν.Δ. με τον ΣΥΡΙΖΑ να υπολογίζεται μόνο στις τέσσερις με πέντε μονάδες.
Επιπρόσθετα, η περίπτωση για μια τηλεοπτική πάλη μεταξύ των αρχηγών, στα μέτρα του τουιτερικού ντόρου που πιθανώς θα προκαλέσει, παραμένει ακόρεστα συζητήσιμη. Οι θέσεις είναι γνωστές, οι πολιτικές εκπεφρασμένες, η λατρεία του ελληνικού κοινού για μια αντίστοιχη μ’ αυτήν της Αμερικής τηλεμαχία ανυπέρβλητη. Ουδέν πρόβλημα. Δεν πρέπει όμως να πραγματοποιηθεί άλλη μια σφυγμομέτρηση του κοινού με το λογικό ερώτημα γιατί το κανάλι της Βουλής δεν σαρώνει στους δέκτες και χαρίζει ανύπαρκτα νούμερα τηλεθέασης, ενώ το ενδεχόμενο ενός debate ενθουσιάζει;
Εν κατακλείδι, εκεί που πρέπει να εγκύψουμε, όπως, ας μην το κρύψουμε, σε κάθε περίοδο που η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια ιστορική απόφαση, είναι στα διαχρονικά προβλήματα που ροκανίζουν τη συλλογικότητά μας ως κοινωνία, ομιχλιάζουν την πραγματικότητα, γκρεμίζουν τις γέφυρες επικοινωνίας, και παραμελούνται ως «μεγάλα» δυσθεώρητα ζητήματα που αφού έχουν επισφραγιστεί ως δυσεπίλυτα απ’ την ιστορία, επιλέγουμε να μην τα αγγίξουμε, να τα αγνοήσουμε. Ξεπετιούνται όμως μπροστά μας, περισσότερο διογκωμένα.