
Ενεργειακός κόμβος με πολλά ερωτηματικά..-του Βλάση Οικονόμου
- April 28, 2023
- Posted in ΕΓΡΑΨΑΝ
Η Ελλάδα προσπαθεί να δημιουργήσει έναν ισχυρό ενεργειακό κόμβο στην επικράτεια με διαφοροποίηση ενεργειακών πηγών, προωθώντας έτσι την ενεργειακή της μετάβαση. Παρά τις δύσκολες συνθήκες, είναι ενδιαφέρον ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ και η θέληση των καταναλωτών να επενδύσουν στα κτίριά τους είναι κινητήριος δύναμη. Παρόλο όμως τις καλές προσπάθειες, το ερώτημα που παραμένει είναι αν το κράτος είναι έτοιμο να ανταποκριθεί καθώς δημιουργούνται πολλές ελλείψεις στους στόχους που έχουν τεθεί.
Στην παρουσίαση της έκθεσης της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας (ΙΕΑ) για την Ελλάδα στις 27/04 αναφέρεται η σημαντική πρόοδος της χώρας στον τομέα των ενεργειακών επενδύσεων, αλλά εστιάζονται και οι σοβαρότατες ελλείψεις προκειμένου να μειώσει την εξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα και να επιτύχει τον στόχο της για καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Μπορεί οι γενικότεροι στόχοι για το 2020 να καλύφθηκαν εν μέρει αλλά δεν ανταποκρίνονται στην υιοθέτηση μέτρων πολιτικής αποκλειστικά, αλλά και στην γενικότερη οικονομική κρίση και τον COVID-19, όπου μείωσε τη γενικότερη κατανάλωση (σημείωση – το μεγαλύτερο κομμάτι των στόχων στην ΕΕ έχει σαν μονάδα βάσης την κατανάλωση).
Πιο συγκεκριμένα, ακολουθώντας τη σειρά άρθρων διαφόρων φορέων την τελευταία περίοδο (σχετικά με τις επενδύσεις σε LNG και τη βιωσιμότητά τους) γίνεται αναφορά στην μεγάλη ανάπτυξη των επενδύσεων του φυσικού αερίου, η οποία όμως δεν ανταποκρίνεται στην μείωση χρήσης αερίου εγχώρια και Ευρωπαϊκά, και έτσι ο ΙΕΑ αναφέρει ότι πρέπει να γίνει επανεκτίμηση των αναγκών σε υποδομές ορυκτών καυσίμων. Στο πλαίσιο αυτό θεωρεί ότι η πρέπει να ληφθεί υπόψιν και πιθανά ρίσκα από την αυξομείωση της τιμής του φυσικού αερίου και αδυναμία απόσβεσης των επενδύσεων αυτών. Το ερώτημα που τίθεται σωστά είναι μήπως οι επεκτάσεις υποδομών αναγκάσουν σε αύξηση χρήσης αερίου τελικά (παρά τη σταθεροποίηση που υιοθετεί το σχεδιαζόμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα), οδηγώντας τη χώρα μακριά από τους στόχους κλιματικής ουδετερότητας (του Εθνικού Κλιματικού Νόμου). Αντί λοιπόν να επεκτείνονται οι επενδύσεις ζήτησης αερίου, ο ΙΕΑ προτείνει την στόχευση στον εξηλεκτρισμό, στις ΑΠΕ και στην ενεργειακή αποδοτικότητα.
Όσον αφορά την ενεργειακή εξοικονόμηση, εκεί φαίνεται ότι η χώρα είναι ο μεγάλος ασθενής, και αυτό επιβαρύνει σε κόστος τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα, Η Ελλάδα είχε δεσμευθεί να επετύχει στόχους 3.3 mtoe (εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου πετρελαίου) εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική της κατανάλωση κατά την περίοδο 2014-2020 (με βάση την Ευρωπαϊκή Οδηγία Ενεργειακής Αποδοτικότητας) σε ποσοστό δηλαδή 0.8% ετησίως της τελικής της κατανάλωσης. Με βάση και τα προγράμματα που εκπόνησε κατάφερε να πετύχει μόλις 2.45 mtoe, δηλαδή έχασε τον εθνικό στόχο κατά 26% κάτι που σαφώς δημιουργεί την αναγκαιότητα για καταλληλότερο προγραμματισμό.
Οι νέοι στόχοι που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην αναθεωρημένη οδηγία για την ενεργειακή αποδοτικότητα αναφέρονται σε ένα στόχο 11.7% για το 2030, και απαιτεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ να εξασφαλίσουν συλλογικά μια πρόσθετη μείωση της τελικής και πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας, σε σύγκριση με τις προβλέψεις κατανάλωσης ενέργειας που έγιναν το 2020. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), ο στόχος της ενεργειακής αποδοτικότητας είναι 7% σε σχέση με το υφιστάμενο Εθνικό Σχέδιο. Αυτό σημαίνει ότι τη στιγμή που το ΕΣΕΚ του 2019 προέβλεπε τον περιορισμό της κατανάλωσης το 2030 στα 16,5 μ toe, με την αναθεώρηση φτάνει τα 15,30 μToe, ενώ η Ευρωπαϊκή επιταγή μιλάει για 11.7%. Η χώρα λοιπόν θα κληθεί να αυξήσει και άλλο το στόχο κατά 50%!! Η ετήσια υποχρέωση τώρα για την περίοδο 2024 – 2030 διπλασιάζεται από την υφιστάμενη (από 0.8 σε 1.5% που θα πρέπει να επιτυγχάνουν νέες εξοικονομήσεις και σταδιακά να φτάσουν στο 1.9% έως το τέλος του 2030. Οι εξοικονομήσεις αυτές μπορούν να γίνουν στα κτίρια, στη βιομηχανία και στις μεταφορές. Ως ώρας όμως ουσιαστικά έχουν υλοποιηθεί ελάχιστα προγράμματα το 2021-2022 ώστε υπάρχει ήδη τεράστια απόκλιση του στόχου.
Μια ακόμα παρατήρηση αφορά τις άμεσες επιδοτήσεις για την μείωση της πίεσης των αυξημένων ενεργειακών τιμών. Η ΙΕΑ τονίζει ορθά ότι η χρηματοδότηση θα πρέπει να αποσκοπεί και στην διαρθρωτική επίλυση του ενεργειακού χρέους των νοικοκυριών, και κυρίως όσων βρίσκονται σε ενεργειακή φτώχεια και είναι ευάλωτα. Ό μόνος τρόπος είναι οι μαζικότερες επενδύσεις σε ενεργειακές αναβαθμίσεις κατοικιών και εξηλεκτρισμός της θέρμανσης, επενδύσεις που θα μπορούσαν να καλυφθούν από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Έως ώρας παρουσιάζεται αύξηση της ενεργειακής φτώχειας, όταν ο αρχικός στόχος ήταν η μείωση κατά τουλάχιστον 50% έως το 2025, επομένως περισσότερες και πιο στοχευμένες δράσεις είναι αναγκαίες.
Τέλος, η φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και στις εκπομπές CO2 από ενεργειακή κατανάλωση δεν ανταποκρίνονται στις οικονομικές συνθήκες καθώς ανήκουν στην υψηλή πεντάδα των Ευρωπαϊκών χωρών. Το πρόβλημα είναι ότι οι διάφορες τιμές των φορολογικών συντελεστών ανά είδος καυσίμου και ανά ενεργειακή υπηρεσία δεν ευνοούν την ενεργειακή και κλιματική μετάβαση της Ελλάδας. Ειδική αναφορά γίνεται στο πλήθος των διαφόρων χρεώσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού που δημιουργούν θέματα ανταγωνιστικότητας της τιμολόγησης έναντι άλλων καυσίμων, και σίγουρα δεν δίνουν δίκαιο κίνητρο για εξηλεκτρισμό στην ενεργειακή κατανάλωση (άλλες χώρες αντίθετα αύξησαν την φορολόγηση ορυκτών καυσίμων και μείωσαν του ηλεκτρισμού).
Η Ελλάδα επίσης είναι μια χώρα εκτεθειμένη στην κλιματική μεταβολή και θα πρέπει να λάβει μέτρα ανθεκτικότητας του ενεργειακού τομέα. Το νέο ΕΣΕΚ πρέπει να θέσει μέτρα προσαρμογής στην κλιματική μεταβολή (εναρμονισμένα με τα τομεακά και περιφερειακά σχέδια προσαρμογής) ενώ οι ενεργειακοί φορείς πρέπει να συμπεριλαμβάνουν αποτίμηση κλιματικών ρίσκων στις επενδυτικές τους αποφάσεις στα δίκτυα.
Εν τέλει, οι παροτρύνσεις του ΙΕΑ είναι α) να προσαρμοστούν τα μέτρα στο νέο ΕΣΕΚ για να εναρμονιστούν με τον Εθνικό Κλιματικό Νόμο και τους αυξημένους φιλόδοξους στόχους στην ΕΕ, β) να επανεξεταστεί η ανάγκη επενδύσεων σε υποδομές ορυκτών καυσίμων λαμβάνοντας υπόψιν το «κλείδωμα» της οικονομίας σε αυτά και την βελτιστοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων για την ενεργειακή μετάβαση, γ) να εξασφαλιστεί ότι το 50% των εσόδων από τις άδειες εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα στραφούν στην ενεργειακή μετάβαση και δ) να διασαφηνιστούν οι οικονομικοί τομείς που θα έχουν ανθρακικό προϋπολογισμό από το 2026 ώστε να καλύπτονται όλα τα αέρια του θερμοκηπίου. Εν συντομία, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι ο ενεργειακός κόμβος μάλλον πρέπει να επανεξεταστεί ως προς το σε ποια καύσιμα θα βασιστεί και ποιους θα ωφελήσει.
– Βλάσης Οικονόμου – Institute for European Energy and Climate Policy
Υποψήφιος δημοτικός Σύμβουλος Κορινθίων με το συνδυασμό “Πρασινη Πόλη”(Δ. Πρωτόπαπας)